Ίλιγγος, αυχένας και “αυχενικό σύνδρομο”
Ο ίλιγγος (vertigo) και η ζάλη (dizziness) αποτελούν συχνή αίτια παραπομπής για εκτίμηση από νευρολόγο ή ωτορινολαρυγγολόγο. Αν και περιγράφονται συνήθως μαζί, οι δύο όροι αναφέρονται σε ποιοτικά διαφορετικά ενοχλήματα. Ίλιγγος είναι η αίσθηση περιστροφής του περιβάλλοντος ή του εαυτού. Κατά τη διάρκεια του γνήσιου περιστροφικού ιλίγγου, τα μάτια κάνουν ακούσιες κινήσεις, με αποτέλεσμα οι πάσχοντες να αναφέρουν ότι “τα βλέπουν όλα να γυρίζουν”. Η κλινική εικόνα συνοδεύεται συνήθως από αστάθεια, ναυτία και εφιδρώσεις. Εάν τα συμπτώματα είναι ήπια, περιγράφονται πολλές φορές ως “αίσθημα κουνήματος μέσα σε βάρκα”. Η ζάλη είναι ένας ευρύτερος όρος. Οι ήπιες μορφές ιλίγγου μπορεί να χαρακτηρίζονται ως αίσθημα ζάλης, συχνά όμως ο όρος χρησιμοποιείται για να αποδώσει τελείως διαφορετικά ενοχλήματα: για παράδειγμα, την ευκοπωσία, τη δυσχέρεια βάδισης, το αίσθημα βάρους στην κεφαλή, κ.ά.
Γράφει ο νευρολόγος Ανδρέας Π. Μούστρης
Κατηγορία: Ίλιγγος & ζάλη
Τα άτομα με ίλιγγο υποβάλλονται κατά κανόνα σε μια σειρά από διαγνωστικές εξετάσεις. Συνήθως πρόκειται για ακοόγραμμα, αξονική ή μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, triplex καρωτίδων και απεικόνιση της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (ακτινογραφίες ή αξονική/μαγνητική αυχένα). Εάν ο έλεγχος από τις πρώτες τρεις είναι αρνητικός και στον αυχένα παρατηρηθούν εκφυλιστικές αλλοιώσεις ή ευθειασμός, τότε ενίοτε το πρόβλημα χαρακτηρίζεται ως “αυχενικός ίλιγγος” ή “ίλιγγος που οφείλεται σε αυχενικό σύνδρομο”. Σε κάποιες περιπτώσεις, συστήνεται ως θεραπεία η χρήση αυχενικού κηδεμόνα (κολάρου) για κάποιο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, ο αυχενικός ίλιγγος είναι μια διάγνωση που προκαλεί διχογνωμίες στην επιστημονική κοινότητα. Κατά ορισμένους νευρο-ωτολόγους δεν υφίσταται ως νοσολογική οντότητα. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν είναι υπαρκτή, πρόκειται για μια ασυνήθη πάθηση, καθιστώντας την πλειοψηφία των διαγνώσεων του “αυχενικού ιλίγγου” προβληματικές.
Πώς προέκυψε ο “αυχενικός ίλιγγος” ως αίτιο ιλίγγου;
Προκειμένου να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, πρέπει πρώτα να γίνουν κατανοητές οι βασικές αρχές που διέπουν την εμφάνιση του ιλίγγου.
Πώς προκαλείται ο ίλιγγος;
Η ρύθμιση της ισορροπίας, της θέσης της κεφαλής και του προσανατολισμού μας στο χώρο, επιτελούνται από τα ακούλουθα συστήματα:
- Το αιθουσαίο σύστημα: περιλαμβάνει τους λαβυρίνθους (έχουμε δύο, ένα στο εσωτερικό κάθε ωτός), οι οποίοι είναι εξειδικευμένες δομές για την ανίχνευση της θέσης και της κίνησης της κεφαλής. Είναι το σημαντικότερο από όλα τα συστήματα.
- Τους οφθαλμούς με τις αντίστοιχες οπτικές οδούς: παρέχουν συνεχώς πληροφορίες από το εξωτερικό περιβάλλον για τη θέση και ισορροπία μας.
- Το ιδιοδεκτικό σύστημα του αυχένα: απαρτίζεται από εξειδικευμένους υποδοχείς, οι οποίοι ανιχνεύουν συνεχώς τη θέση του αυχένα (και κατ’ επέκταση της κεφαλής). Συμμετέχει σε διάφορα αντανακλαστικά ισορροπίας.
Tα συστήματα αυτά συνδέονται με συγκεκριμένες περιοχές του κεντρικού νευρικού συστήματος, οι οποίες “επιτηρούν” κάθε στιγμή τη θέση της κεφαλής και συντονίζουν την ενεργοποίηση συγκεκριμένων μυικών ομάδων ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία μας. Επίσης, ρυθμίζουν την κίνηση των οφθαλμών, ώστε η όραση να διατηρείται ευκρινής. Ο ίλιγγος προκύπτει όταν οι πληροφορίες που παρέχει κάθε σύστημα στον εγκέφαλο παύουν να ταυτίζονται. Με άλλα λόγια, ο εγκέφαλος δεν μπορεί να “βεβαιωθεί” για το που ακριβώς βρίσκεται η κεφαλή κάθε στιγμή, διότι λαμβάνει αντικρουόμενα σήματα από τα υποδεκτικά συστήματα. Κατά συνέπεια, ζάλη ή ίλιγγος μπορεί να προκύψει:
- Αν ο ένας λαβύρινθος ξαφνικά δυσλειτουργεί: το αποτέλεσμα είναι τα σήματα που λαμβάνει ο εγκέφαλος για τη θέση της κεφαλής από κάθε λαβύρινθο να διαφέρουν σημαντικά. Πρόκειται για το συνηθέστερο μηχανισμό.
- Όταν διαβάζουμε κάτι σε ένα κινούμενο όχημα: στην περίπτωση αυτή, ο εγκέφαλος παίρνει πληροφορίες από τους οφθαλμούς ότι το κεφάλι είναι ακίνητο, αλλά οι λαβύρινθοι ανιχνεύουν την επιτάχυνση του οχήματος και στέλνουν σήμα κίνησης.
- Σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας: η πλειοψηφία των αστροναυτών εμφανίζουν ίλιγγο τις πρώτες ημέρες που βρίσκονται στο διάστημα. Αυτό οφείλεται στο ότι η βαρύτητα επηρεάζει τη λειτουργία των λαβυρίνθων, με αποτέλεσμα το σήμα που λαμβάνει ο εγκέφαλος να βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τα οπτικά ερεθίσματα.
Αιθουσαίο σύστημα, ζάλη και ίλιγγος Επισκόπηση του αιθουσαίου συστήματος. Το αιθουσαίο σύστημα περιλαμβάνει τους δύο λαβυρίνθους, τα αιθουσαία νεύρα (συνδέουν τους λαβυρίνθους με τον εγκέφαλο) και δομές εντός του κεντρικού νευρικού συστήματος, με σημαντικότερους τους αιθουσαίους πυρήνες. Οι κεντρικές δομές επεξεργάζονται συνεχώς τις πληροφορίες που λαμβάνουν από τους λαβυρίνθους, τους οφθαλμούς και τους ιδιοδεκτικούς υποδοχείς του αυχένα, ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία και να προσανατολιστούμε στο χώρο. Η εμφάνιση δυσλειτουργίας σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος μπορεί να οδηγήσει σε ζάλη ή ίλιγγο. Για παράδειγμα, ο λαβύρινθος μπορεί να προσβληθεί από τη νόσο Meniere, το αιθουσαίο νεύρο μπορεί να αναπτύξει φλεγμονή (αιθουσαία νευρίτιδα), οι αιθουσαίοι πυρήνες μπορούν να νεκρωθούν από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (σύνδρομο Wallenberg), κτλ. Ωστόσο, η πλειοψηφία των ιλίγγων σχετίζεται με παθολογία των λαβυρίνθων. Credit: Brandt, T, Dieterich, M, Nat Rev Neurol 13, 352–362 (2017) |
Ποιος είναι ο ρόλος του αυχένα;
Με βάση τα προαναφερθέντα, σχηματίστηκε αρχικά η εξής υπόθεση: εάν το ιδιοδεκτικό σύστημα του αυχένα διαταραχθεί, οι πληροφορίες που θα στέλνει στον εγκέφαλο για τη θέση της κεφαλής θα είναι εσφαλμένες και θα βρίσκονται σε διάσταση με εκείνες που στέλνουν οι λαβύρινθοι και τα μάτια. Επομένως, θεωρητικά τουλάχιστον, είναι αναμενόμενο να προκύψει αίσθηση ζάλης ή ιλίγγου, με παρόμοιο μηχανισμό που παρατηρείται σε άλλες περιπτώσεις. Ο πειραματικός έλεγχος αυτής της υπόθεσης έδειξε τα ακόλουθα:
- Η εφαρμογή δονήσεων στους αυχενικούς μυς οδηγεί στην ψευδαίσθηση ότι η κεφαλή αποκτά κλίση.
- Η τοπική αναισθησία των ανώτερων αυχενικών νεύρων, οδηγεί σε παροδική αίσθηση αστάθειας και ζάλης.
Ωστόσο, τα παραπάνω αποτελούν ακραία πειραματική μεταβολή των πληροφοριών που στέλνει το ιδιοδεκτικό σύστημα του αυχένα. Δεν υπάρχει μέχρι στιγμής απόδειξη ότι οι συνήθεις εκφυλιστικές αλλοιώσεις του αυχένα που χαρακτηρίζονται από έντονο πόνο (“αυχενικό σύνδρομο”) διαταράσσουν σε ικανό βαθμό τη λειτουργία του ιδιοδεκτικού συστήματος ώστε να οδηγήσουν σε ίλιγγο. Επομένως, ο “αυχενικός ιλίγγος” παραμένει μια οντότητα χωρίς σαφή πειραματική επιβεβαίωση.
“Αυχενικός Ίλιγγος” : μια αμφισβητούμενη οντότητα
|
Γιατί νιώθω “πιάσιμο στον αυχένα και ζαλάδα”;
Στην πράξη, αρκετά άτομα με ζάλη ή ίλιγγο διαμαρτύρονται για πιάσιμο, αίσθημα τάσης ή πόνο στον αυχένα. Η συνύπαρξη των συμπτωμάτων, συνήθως οφείλεται σε ένα από τα ακόλουθα:
- Ο ίλιγγος εκλύεται κατά κανόνα από κινήσεις της κεφαλής. Οι πάσχοντες το αντιλαμβάνονται γρήγορα και, στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν τα συμπτώματα, κάνουν πολύ αργές, προσεκτικές κινήσεις με το κεφάλι. Ωστόσο, προκειμένου να “ακινητοποηθεί” η κεφαλή, είναι αναγκαία η συνεχής σύσπαση των μυών του αυχένα. Η παρατεινόμενη μυική σύσπαση είναι η αιτία για το “πιάσιμο” ή τον πόνο στον αυχένα.
- Ο ίλιγγος αποτελεί εκδήλωση ημικρανίας (ονομάζεται “ημικρανοειδής ίλιγγος” ή “αιθουσαία ημικρανία”). Ο πόνος στον αυχένα μπορεί να είναι ημικρανικός ή να πυροδοτεί μια κλασική ημικρανική κρίση. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, επεκτείνεται στην κεφαλή και συνοδεύεται κατά κανόνα από ναυτία, φωτοφοβία ή ηχοφοβία.
- Ο ίλιγγος εμφανίζεται μετά από τραυματισμό του αυχένα. H αιτία του πόνου είναι καθαρά τραυματική, ενώ ο ίλιγγος είναι αποτέλεσμα βλάβης του λαβυρίνθου από την κάκωση.
- Σε λίγες περιπτώσεις, ο πόνος ενδέχεται να οφείλεται σε διαχωρισμό μιας σπονδυλικής αρτηρίας, κάτι που συχνά οδηγεί σε αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο με κλινική εικόνα χαρακτηριζόμενη από ίλιγγο (ονομάζεται σύνδρομο Wallenberg). Σχεδόν πάντα συνυπάρχουν και άλλα νευρολογικά συμπτώματα.
Γιατί ζαλίζομαι με τις κινήσεις του αυχένα;
Κάθε κίνηση του αυχένα οδηγεί σε αντίστοιχη κίνηση της κεφαλής. Κατ’ επέκταση, οι κινήσεις της κεφαλής ενεργοποιούν το αιθουσαίο σύστημα (τους λαβυρίνθους, οι οποίοι βρίσκονται εντός των κροταφικών οστών). Αυτό εξηγεί και την έκλυση των συμπτώματων: με κάθε κίνηση του αυχένα κουνιούνται και οι λαβύρινθοι, η δυσλειτουργία των οποίων είναι η συνηθέστερη αιτία ζάλης ή ιλίγγου. Αν, για παράδειγμα, καθηλωνόταν η κεφαλή και οι ίδιες κινήσεις του αυχένα γίνονταν με μετατόπιση του κορμού, τότε δεν θα παρατηρείτο ίλιγγος.
Τα παραπάνω παρέχουν την ερμηνεία για τη μείωση των συμπτωμάτων με τη χρήση αυχενικού κηδεμόνα (κολάρου): η “θεραπευτική” δράση του δεν σχετίζεται με τον περιορισμό των κινήσεων του αυχένα, αλλά με τον περιορισμό των κινήσεων της κεφαλής.
Αν δεν οφείλεται στον αυχένα, τότε πού οφείλεται ο ίλιγγος που έχω;
Όπως αναφέρθηκε, η πλειοψηφία των περιπτώσεων ιλίγγου οφείλεται σε κάποιου είδους παθολογία των λαβυρίνθων. Τα αίτια ωστόσο, είναι αρκετά εκτενή. Περιλαμβάνουν βλάβες του αιθουσαίου νεύρου, εξεργασίες εντός του κεντρικού νευρικού συστήματος, τοξικές δράσεις φαρμάκων, κτλ. Πολλές φορές, ο εργαστηριακός έλεγχος δεν αναδεικνύει κάτι παθολογικό. Ως εκ τούτου, τα σημαντικότερα βήματα για την ακριβή αιτιολογική διάγνωση είναι η λήψη ενδελεχούς ιστορικού συμπτωμάτων και η πραγματοποίηση ειδικών χειρισμών ή δοκιμασιών από τον ιατρό κατά την κλινική εξέταση.